χειμερία νάρκη

κι ενώ κυλούσε μέσα μας το σπάνιο υλικό
περάσαν από πάνω μας τα πτηνά της λήθης
και στο φτερούγισμά τους
αποκοιμήθηκαμε
σαν σε σχεδία που τη σέρνει ο ποταμός αργα μέσα από τις ζούγκλες
με τον πυρετό της υπερζωής του υπερονείρου
το φάρμακο ήταν σκοτεινό
και όλα έτσι γινήκαν.

Και τωρα άνοιξαν τα μάτια μου.
Δε θα τα κλείσω πια ποτέ.

τη ποίηση ξανά δεν θα αρνηθώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

είσοδος πολυκατοικίας

τούτο το φως που δανείζεσαι χωρίς ντροπή και το οξυγόνο τις λέξεις που άλλοι τόσοι αποθέωσαν εσύ περνάς από τη μηχανή των μηχανών χωρίς αιτί...