μια ωρίτσα στο πόδι να πεις ότι έζησες

Το περιστέρι προσγειώθηκε στο πεζοδρόμιο, ανοίγοντας τα φτερά του για να κόψει φόρα.
Ρούφηξα μια γουλιά καφέ και κατέγραψα το περιστατικό.
Μαύρο τετράδιο, μαύρο στυλό, μπλε ρούχα, μπλε ουρανός.
Σε κάποιο παράλληλο σύμπαν μπορεί εγώ να προσγειώνομαι και το περιστέρι να πίνει καφέ.
Κάπου αλλού μέσα στο κεφάλι μου, η πόλη που άφησα τα πάει μια χαρά.
Από διπλό κρεβάτι πάλι σε μονό κρεβάτι.
Μονάδες ασυμβατότητας.
Με καλώδια και wifi.
Αν σου έλεγα ότι είμαι σαμάνος μάγος τρελός, και θέλω να μπήξω τα χέρια μου στο χώμα και μου λείπει η φωτιά, και κατοικώ στην ερμηνεία του Μπλανσώ περί μοναξιάς στο λογοτεχνικό έργο.
Αν σου τραγουδούσα τη μουσική μου, και έβαζα τα λόγια με ειλικρίνεια σε σειρά.
Και έσπαζε ο χρόνος.
Και άνθιζε ο κήπος.
Και ασπαζόμασταν τη φωνή μας.
Εκείνη που χαιδολογάει ίσα ίσα τις φωνητικές μας χορδές.
Αν παραδεχτώ πως μου λείπουν τα χάδια, η επαφή, ο χορός.
Αν παραδεχτώ πως μονάχα κάνω υπομονή.
Και χάνω το ενδιαφέρον μου για τα συστήματα.
Και ακούω μουσικές που με βουλιάζουν στον πάτο του ωκεανού στο πηχτό σκοτάδι, ή άλλοτε μουσικές για να πηδάω σαν κατσίκι στους γκρεμούς.
Καταλαβαίνεις για τι πράγμα μιλάω.
Όλοι καταλαβαίνουν.
Μα αρνούνται.
Δεν θα αρνηθώ ποτέ ξανά.
Μονάχα το κακό.
Δεν το 'χω πια ανάγκη.

ιστός αράχνης

να μεριμνήσω να μην ξεχάσω να μ' αγαπήσω να αγαπηθώ,
και να μαζέψω το σεντόνι ψηλά να μην κρυώσω το βράδυ.
δεν φτάνουν οι ουρανοί,
βλέπω μονάχα με μάτια κλειστά.
όλα περνάνε κι εγώ στο ταμείο.
βάρα με γερά να ξυπνήσω.

είσοδος πολυκατοικίας

τούτο το φως που δανείζεσαι χωρίς ντροπή και το οξυγόνο τις λέξεις που άλλοι τόσοι αποθέωσαν εσύ περνάς από τη μηχανή των μηχανών χωρίς αιτί...