άτιτλο

Περπατω, διαβαζω, σκεφτομαι
πολλες φορες ατονα,
με πετρες στις τσεπες,
κι άλλες φορές στροβιλίζω στην πόλη ακόμα και μόνος, παλιό συνήθειο.

και η πόλη αυτή με όλους εσάς.
είναι σχεδόν όλες οι άσπρες τρίχες που έχουν ξεπηδήσει στο κεφάλι μου,
και όλες οι γόπες που έχω πετάξει στο πεζοδρόμιο.
ύστερα από ηλιθιότητες και μικρότητες,
ή μέσα στον έρωτα, μέσα στο πάθος, στη διαύγεια μιας ζωής ποιητικής. κι άλλα πολλά


όσο μπορούσα να είμαι παρόν
πολλές φορές
στο Mute
----------------------------------------Λ-----
στο ζωολογικό κήπο που λέει κι ο πατέρας
γιατί σκεφτόμαστε διαφορετικά λέει η μάνα


ας είναι να τσουγκράμε ακόμα και ξένοι
να τραντάζουμε την ύλη

κουτσοί
άγριοι νετέκτιβ
με στόματα γεμάτα χώμα
το 2666
με την εφεύρεση του μορέλ
άνθρωποι για όλες τις δουλειές
στο δρόμο
ουρλιάζοντας
στα άνθη του κακού
με εκλάμψεις
ΤΕΦΛΟΝ

μαλντορόρ
αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης
όταν ανθίζουν τα κολοκύθια
επεκτείνωντας τα πεδία της πάλης
στον καρέφτη μέσα στον καθρέφτη


ξένοι
υπνερωτομάχιοι
στα χόλι μάουντεν
στα σπίτια του ύπνου

μεταμορφώνοντας
το γαλατόδασος
σε μετάξι
με αποφθέγματα απο τις εκδόσεις στιγμή


και άλλα
τα ξεχνάς
και ξέχασα και τις μουσικές
ώ και τους χορούς


ουτοπικοί

runner runner where will you die?

the sense dies. overwhelmed by speed.
building over the past, or more.
trying to catch our tail, death, with both hands.

loneliness, can find freedom.
small glances of time that stood still beyond our sight.
all over again we kill the father and disgrace the mother.

the cleared path of our expertise.
to fight inside, against invisible threats.
condemned to fear.



κάτι όμορφο control v enter

κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφοκάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
v
v
v
v
vκάτι όμορφο

vv
v
v
v
κάτι όμορφοκάτι όμορφοvv
v
v
v
vvvv
κάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφο
κάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοvκάτι όμορφοκάτι όμορφο
v
vv

vv
κάτι όμορφοv
κάτι όμορφοv
κάτι όμορφο
vv
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφοv
κάτι όμορφο
v
κάτι όμορφοv
v
κάτι όμορφοκάτι όμορφοvv
κάτι όμορφοκάτι όμορφο
v
κάτι όμορφο
vκάτι όμορφο
vκάτι όμορφοv
κάτι όμορφοκάτι όμορφοv
κάτι όμορφοκάτι όμορφο
vv

vv

vv
vvκάτι όμορφο
κάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφοκάτι όμορφοκάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
v
v
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
v
vv
v
κάτι όμορφοκάτι όμορφο
v
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφοκάτι όμορφοvvκάτι όμορφοκάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
κάτι όμορφο
vκάτι όμορφο


πρώτη σειρά ίδια θέση




Λένε στόματα που μιλιά δεν έχουν τις ώρες που κατηφορίζει ο πλανήτης στο σκοτάδι πως οι ομορφότεροι έρωτες.


Ναι οι έρωτες , κρατούν ακόμα τούτη τη λέξη στο λεξιλόγιο τους.

Γιατί δεν σταμάτησε να τους δροσίζει η φόρα της καρδιάς, κι ας μείνανε μονάχοι μέσα στα δωμάτια μας.


Χορεύω το χορό που ξέρω.
Κι ας μου μάθανε άλλοι.
Εγω κρατώ εκείνο το μοναχικό που ξεχωρίζει, γιατί έχει μάτια κλειστά ή κοιτά το πάτωμα.


Κάποια στιγμή όταν αποφασίσει το σώμα να αποκοιμηθεί, τότε θα σβήσει τούτη μέρα.
Δεν θα γυρίσει πια ξανά.
Να αλλάξει.

Το σκοτάδι κι η νύχτα είναι η μόνη ελευθερία.

Ακόμα κι αν μιμούμαστε νεκρούς κι αυτοί κάποτε ζήσανε σπουδαία.

Κι εσύ που χαιρέτησες από μακριά.
Μάλλον στην τύχη κυλιέσαι.
Όπως όλοι μας.

χειμερία νάρκη

κι ενώ κυλούσε μέσα μας το σπάνιο υλικό
περάσαν από πάνω μας τα πτηνά της λήθης
και στο φτερούγισμά τους
αποκοιμήθηκαμε
σαν σε σχεδία που τη σέρνει ο ποταμός αργα μέσα από τις ζούγκλες
με τον πυρετό της υπερζωής του υπερονείρου
το φάρμακο ήταν σκοτεινό
και όλα έτσι γινήκαν.

Και τωρα άνοιξαν τα μάτια μου.
Δε θα τα κλείσω πια ποτέ.

τη ποίηση ξανά δεν θα αρνηθώ.

Ροζέτα Στόουν

Εγώ δίστασα να πυροβολήσω τον εαυτό μου, όταν ξεκίνησε να τρέχει.
Κι έτσι έμαθα να χάνομαι.
Κι ύστερα να προσπαθώ πρώτα να βρεθώ και μετά να αρχίσω να τρέχω.
Και να χάνομαι πάλι.
Κι όταν με έβρισκα, πυροβολούσα στον αέρα, και τότε ξεκινούσα να τρέχω, ώσπου το χάσιμο να γινόταν η γεύση του ύπνου.
Η γεύση του ύπνου, το βαμβάκι στους αγρούς.
Εκεί που βλέπεις αμερικάνικες τανίες όλη σου τη ζωή.
Αμερικάνικες ταινίες.
Κι είναι  σαν βαλτοτόπι, αμερικάνικο κι αυτό.
Σαν αυγουστιάτικο μεσημέρι στο διαμέρισμα με ανοιχτό τον μικρό σιδερένιο ανεμιστήρα.

Να έχουμε και αριθμούς.
39 βαθμούς.
Αριθμοί ανίκητη φυλή της φαντασίας, γιατί μισείτε τόσο τον κόσμο.
Βρισκόμαστε στα αρνητικά μαθηματικά.
Χαμένοι στο κεφάλαιο τους.
Ίσως θα έπρεπε πριν ξεκινήσουν όλα αυτά.
Να σου δώσω το όπλο.
Να σου πω.
- Πυροβόλησε με!
Αλλά μετά θα έπρεξε εσύ να τρέξεις, και μετά να χαθείς.
Έτσι όπως τα μετράω μάλλον φταίει το όπλο.
Ξεκάθαρα φταίει το όπλο.
Η κίνηση φταίει κι αυτή.
Οι δυνάμεις όλες που το επιτρέπουν αυτό.
Η ίδια η φύση.







μεγαλη παρασκευη

Τσαλαβουτάμε στης λήθης το άγριο πιοτό.
Άγριο γιατί υποκινεί την ανταρσία.
Μέσα μας έναντι εαυτού.
Κι η φαντασία στήνει καρτέρι να δαγκώσει σάρκα δοσμένη από οθόνη.


όλα σωστά, μέσα στην ατομική βόμβα της σχετικότητας.
δούλοι της έλλειψης, περνάμε πάνω στη λογική την αλοιφή της παράνοιας.
κι όμως.

εδώ ακόμα.
με ρίζες και τεχνάσματα.


μιρρορώντας την κατάντια, αναπνέοντας μονάχα σε διαλήψεις.




πλανητική φωνή 1

καθώς με χτυπάνε , και τινάζουν τη στάχτη απ' τα χέρια
με περιτριγυρίζουν με καθρεφτες , που παλλονται στους ηχους των λεξεων, που επεσαν απ΄τον γκρεμό.

μέσα στα όρια της ζωής μετατρέπουν πρώτες ύλες , σε ιστορία.
μια ιστορία που θα διαβάζεται από τους τυφλούς, όταν ελάχιστοι παραμείνουν να χτυπούν μια καμπάνα.

μην επιστρέψεις να βρεις το σπίτι, μην επιστρέψεις να βρεις το χρόνο.
συνέχισε μέσα στον κύκλο που διαστέλλεται να ψυχανεμίζεσαι τα σωματίδια της ποίησης.
με τους κρίκους του κρόνου στα αυτιά το μόνο που ακούς είναι αποστάσεις.

ότι δεν εφάπτεται στη καθαρή ύπαρξη, είναι κώδικας σκλαβιάς.
ω πόσο γρήγορα τρέχω
ω πόσο ψηλά πετάω
όλα τα μικροσκοπικά εγώ μου που τεμάχισε ο χρόνος στο ψηφιδωτό της μυθοπλασίας μου
καθώς ανήκω πια στην άκρη
είμαι ένα σημείο
είμαι ένα κύμα
είμαι τα πάντα και δεν εξουσιάζω
εκτείνομαι στα όρια μου κάθε φορά 

58

Δεν σου ζήτησε την παρέα σου, σου ζήτησε να είσαι μονάχα ειλικρινής.
Κι εσύ τον θεώρησες παράλογο, καθώς απωθείς, αυτή είναι η ενέργεια.
Ο χρόνος περνά , και τα μαλλιά σου μεγαλώνουν, κι εσύ πας και τα κόβεις.
Κι η μεγάλη κατασκευή, διορισμένος υπάλληλος στη φαντασία σου.


είσοδος πολυκατοικίας

τούτο το φως που δανείζεσαι χωρίς ντροπή και το οξυγόνο τις λέξεις που άλλοι τόσοι αποθέωσαν εσύ περνάς από τη μηχανή των μηχανών χωρίς αιτί...