σαββάτσο

γάτες 
της νύχτας
με νύχια βαμμένα
γλιτώνουν το θάνατο
και φεύγουν μακριά 
με χάρη 
γίνε κι εσύ έτσι ζήσε με χάρη.
απόψε και κάθε φορά
με τις αράχνες μην ξαναχορέψεις.

ηλιοπομπός

ανεξέλεγκτη ζωή
μου ζήτησες
να έρθω στη γιορτή σου
και άργησα
αλλά έφερα καλό κρασί
και μια καλή ιστορία
από αυτές που σου αρέσουν
ας γεμίσουμε τα ποτήρια
ας ξεκινήσουν τα τραγούδια
να πιαστούμε στους χορούς
να μας χαρείς
να σε χαρούμε

ζητιανεύοντας τη νύχτα ψίχουλα άστρα

Πρώτο Μέρος.

Η πολιτική ως μη μαγεία, εικόνα και χρόνος, και οι άνθρωποι  του εργοστασίου ή αλλιώς τα στάχυα.


Χρόνος είναι η αιωνιότητα που πρέπει να ξεπεράσουμε
άραγε το όνειρο υπάρχει ποτέ στο μέλλον ;
άραγε το μέλλον, είναι, η χρονικότητα της τραγωδίας ;

Ο αδάμ και η έυα δεν τιμωρήθηκαν γιατί έφαγαν το μήλο,
τιμωρούνται γιατί από την στιγμή της απαγόρευσης
μέχρι και τώρα ονειρεύονται να φάνε το μήλο

ζητούν από τον πατέρα -εξουσία,
όχι συγχώρεση,
αλλά άφεση από την έννοια της εξουσίας
άρση της απαγόρευσης
επιστροφή στην ισότητα


ζούμε την επιθυμία του μήλου
υπάρχουμε ακόμα στο αρχικό στάδιο του ασυνείδητου
όριο μας παραμένει η απαγόρευση

είμαστε πραγματικά ένας πλανήτης ο καθένας
το ασυνείδητο είναι η χώρα μας, η γη, το σύνορο
το υποσυνείδητο είναι το τοπίο που μεταλλάσεται διαρκώς
και η συνείδηση, το εγώ μας, είναι η χαραμάδα που μετακινείται
κι από μέσα της περνάει φως, και πέφτει πάνω στη γη και τα τοπία μας

Η ιστορία που μέσα της χωράει τα πάντα
δεν είναι παρά η μεγάλη αρχιτεκτονική του σχήματος μας

ό ξένος είναι η πρώτη μυθολογία
ξένος είναι αυτός που παραμένει πάντα ξένος
δεν είναι όμως η απουσία της γνώσης
που ακονίζει τις αιχμηρές μας πέτρες
είναι η μή επικοινωνία


       

συγχρονισμός

σου έστειλα δυο κρασιά
ένα λευκό ένα κόκκινο
σου διάλεξα πέντε βιβλία

είδαμε ταινίες
είδαμε τα πρόσωπα μας
να χαμογελούν

ακούγονται τόσο περιγραφικά
κι όμως έχουν νόημα μονάχα για εμάς

δεν έχω κρατήσει το χέρι σου
κι όμως έχω κρατήσει το χέρι σου

είδαμε μαζί carax
θα δούμε μαζί varda

αν προλάβω θα σου φέρω φράουλες
αν δεν προλάβω θα σου φέρω ποιήματα
αν συναντηθούμε
θα σου δώσω ένα φιλί

θα σου αφήσω τα κλειδιά
αν τα θες κι εσύ

έδωσα το όνομα σου σε ένα κυπαρίσσι
γλαυκό
τα δάχτυλα μου γράφουν το όνομα σου
σε ότι ακουμπούν

βαδίζουμε πλάι πλάι
σε μια όχθη
κι ο ήλιος κυλάει μαζί μας
σύντομα θα είμαστε σπίτι

θα γυρίσουμε μια ταινία
θα απασφαλίσουμε τον έρωτα
κι από κοντινή απόσταση
θα ρίξουμε την καλύτερη βολή μας


θα έρθω να σε βρω στη θάλασσα
εκείνη που ονειρεύτηκες

είσοδος πολυκατοικίας

τούτο το φως που δανείζεσαι χωρίς ντροπή και το οξυγόνο τις λέξεις που άλλοι τόσοι αποθέωσαν εσύ περνάς από τη μηχανή των μηχανών χωρίς αιτί...