και τα λιτά τους χέρια εβάραιναν την ύστερη ηδονή
παλμός εκ των εσώτερων γυμνών ερήμων τόπων
της μοναξιάς ευαίσθητοι και παγεροί κρατήρες
ξαπλωναμε στα αγκαθωτά κρεβάτια της μανίας
μας έβρισκε ενα πρωινο ξένο και ταπεινο
κι όταν εγω σου χόρευα συμπαντικά βαλσάκια
εσύ σε μια γωνιά σκεφτόσουν το φευγιό
πατήσαμε στο πτώμα της λέγωντας το ονομά της
και στα μαλλιά της πλέξαμε κόμπους βασιλικούς
δυο μαγνητάκια άγουρα που τα χορεύει ο χρόνος
άγαπη τι μου έκανες της γύμνιας μου κυρά
σου τραγουδώ παράφορα σου τραγουδώ με πείσμα
στη τέφρα των ονείρων μας στη πέτρα της σπηλιας
χαράζω ένα όνομα και το αίμα μου το σβήνει
ας ήταν να ξημέρωνα αγνή ψυχή στο κύμα
ας ήταν να ξημέρωνα πλεόυμενο αστέρι
ας ήταν να σε φίλαγα σε μια φωτογραφία ακόμη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου