Γκεμίγ και πόλη

Είναι για την εποχή των ορυχείων.

Τότε που μάτωναν τα χέρια σου,

Σε ρωτούσαν Γκεμίγ που πας;

Δεν πιστευώ στους χάρτες έλεγες.
Είναι απατηλοί κώδικες φυλάκισης.
ύστερα κατέβαζες το ποτήρι ουίσκι.

Εσύ ήθελες να γελάσεις.
Αυτοί πρόσεχαν τα λόγια τους επομένως δεν ξέφευγαν των συνηθισμένων θεμάτων.
Απαλλοτρίωση, ε, ψυχική!

Μετά κατεύθαναν οι λεπροί.
Σιχαμένοι.

Όλο θέλουν να χαιδεύουν τα κομμάτια που τους λείπουν.

Τότε εσύ κατέβαζες κι άλλο ποτήρι. Κόπος κι αυτός.

Θυμόσουν για λίγο τη σκοτεινή σκηνή.
Έχω κάνει θέατρο εγώ.
Σε κάτι γωνιές, με κάτι βαθουλώματα που κοιτούσαν το χάος, συναισθήματα μωρέ.
Που να τα ελέγξεις;

Γκεμίγ φωνάζανε αργείς!
ή έτσι άκουγες εσύ, γιατί είπες να βιαστείς να χάσεις μέρες και κάποια χρόνια.

Τώρα τι κάνεις Γκεμίγ;

-Άλλο ένα ουίσκι παρακαλώ.

Μετράν αντίστροφά αυτοί.
Όπως και να χει βαράνε στις αισθήσεις κάργα.
όλο πυρηνικές.

Και.
Τίποτα.
Μια σκέψη που μ' αρέσει.
  





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

είσοδος πολυκατοικίας

τούτο το φως που δανείζεσαι χωρίς ντροπή και το οξυγόνο τις λέξεις που άλλοι τόσοι αποθέωσαν εσύ περνάς από τη μηχανή των μηχανών χωρίς αιτί...