Περπατώντας με τη φωτιά (Μέρος Πρώτο)

Ευγένιος Μόρτιμερ γιος του Γεωργίου και της Αγγέλας, γνωστός στον στενό κύκλο των ποιητών της Αναστήλωσης της Αβύσσου. 26 χρονών, 27 χρονών. Υπογράφει με το ψευδώνυμο Γκονίγ Μπρατάλ.
Είναι προγραμματισμένη η εκτέλεση του σε τρει μέρες από τώρα. Οι κατηγορίες, τρομοκρατική επίθεση διατάραξη της κοινής ησυχίας και παραβιάση του παγκόσμιου νόμου περί αντίστασης του ύπνου. Τα ποιητικά του έργα  ''Χωρίς Μητέρα'', ''Χωρίς Πατέρα'', ''Χωρίς Νόμισμα'', ''Χωρίς Χορό Δεν Αγαπώ Παρά Μόνο Εμένα'' και τέλος το μυθιστόρημα του το οποίο δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί ''Το Συρτάρι μέσα στο Συρτάρι και το Ανθοδοχείο της Κόλασης''.

Στις 25 Δεκεμβρίου ο υποφαινόμενος έστειλε 32 αυτοσχέδια εκρηκτικά ποιήματα σε βουλευτές και στελέχη εταιριών που όπως αναφέρεται και στο γράμμα του είναι υπέυθυνοι για τα οικονομικά μέτρα που έχουν φέρει εδώ και δεκαετίες τη χώρα στο όριο της εξαθλίωσης του μισανθρωπισμού και της απόλυτης φτώχιας.
Το απόγευμα της ιδίας ημέρας σε κοινή θέα κατάλαβε μόνος του το κλειστό για 9 χρόνια Πανεπιστήμιο της Φιλοσόφιας του Μηδενός και χρησιμοποιώντας ηχητικούς μηχανισμούς πολλών watt έθεσε υπό ακουστική λειτουργία απαγορευμένη μουσική για τουλάχιστον τρια τέταρτα της νέας ώρας. Αποτέλεσμα τα κοντινά κέντρα πίστεως και υποταγής της εκκλησίας και του κρατικού μηχανισμού της Ελεύθερης Κοινωνίας των Εθνών να γεμίσουν από κόσμο που σε τρομερές συνθήκες ζητούσαν άφεση αμαρτιών και σχεδόν σε παραλήρημα χτυπούσαν με μαστίγια τις πλάτες τα πόδια ακόμα και τα πρόσωπα τους.

Παραθέτουμε το γράμμα του κατηγορουμένου.

''Αγαπητοί ξερακιανοί συμπολίτες αυτού του χρονικού περιθωρίου που ζήτε έμεσα το στροβιλισμό της άχρηστης ζωής σας. Γαμημένοι βουλευτές της βράκας μου. Σήμερα δεν άντεξα άλλο να υπομένω. Χαρίζω το χρόνο μου, το σώμα μου, το μυαλό μου, τα δάχτυλα μου, τα νύχια μου τα γένια μου στο αύριο που δεν αντικρύσω ποτέ, όλα τα χαρίζω σε μια πράξη. Σήμερα αποφασίζω να ζήσω στο αύριο που αντιστέκεται στο άφυλο βύσμα του υπερκαπιταλισμού.
Αφού κάνω αυτά τα πράγματα που ίσως κάποιοι από εσάς να είστε μάρτυρες θα αποσύρω το ηλεκτρονικό νόμισμα που φέρουμε με βαθειά υποταγή όλοι μέσα στο χέρι μας και βυθιστώ σε ύπνο βαθύ με σκοπό να προλάβω να ξυπνήσω να καθαρογράψω το όνειρο μου και αυτό να γίνει το σύνταγμα του νέου Κόσμου, των ποιητών και της επανάστασης. Πέφτω για ύπνο επαναστατώ για την αναστήλωση της μέσα μου αβύσσου,για έναν καινούριο κόσμο που μας αποτρέπουν να ονειρευτούμε.''

Μέλη της καλλιτεχνικής εξουσίας της χώρας μας είπαν για το συμβάν.
Μέρη Λι Γιαννάκ Όπουλου - Ναι και όχι, όχι!
Ντώνης Αντώνης -έχω και εγώ υποθέσει πως κάποιος φανταστικός μου χαρακτήρας έχει παραβιάσει τα όρια της κοινωνίας μας, ο ίδιος μου ο χαρακτήρας δεν μπόρεσε να εκτελέσει το έργο διότι το ηθικό του υπόβαθρο και η παιδεία του το έκανε ανθρώπινα και πάσην αδύνατο να πράξει υπό τέτοιες αδιανόητες συνθήκες.
Οβ ίδιος -οι νέοι οφείλουν να κουβαλούν το φορτίο της υποταγής στους νόμους πολύ περισσότερο κι από τους ετοιμοθάνατους που τελικά μέσα στη ντροπή αφήνουν το τέλειο σύστημα μας.
  

Ηλιοστάσιο

ο άνθρωπος είναι το μέτρο της απώλειας, κι η απώλεια ο καταναγκασμός της σύγχρονης σκέψης. διαφωνούν πολλά σώματα που υπερτερούν του ύπνου μας. κι όμως στη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου όσοι δε βρέθηκαν σίγουρα θα είχαν κάτι να πουν.
ας διοριστεί λοιπόν η ψυχή ως έπακρο, ας κοιμηθούμε κανενός το όνειρο.

Σαββατιανά/η έγχρωμη ποίηση

Και νεκρικά αποταμιεύω τις στιγμές,
ναι εγώ το σπάνιο είδος των αντικατοπρισμών της νύχτας
εγώ το μαύρο γάλα των οστών της ποίησης.
Ο ήχος των οστών που σπάω για να παρεμβάλομαι τεκτονικά στο τίποτα.
Το υποτιθέμενο πρόγραμμα επανένταξης των δούλων στην ελευθερία.

κεραμίδια που ραγίζουν από χρόνια βροχής
ονόματα που θεσπίζουν τα χρόνια
εκλεπτυσμένοι περιβολάρηδες που ζητιανεύουν τη προσομοίωση της επανάστασης των οστών.
Με πλευρική καμπή στο υστερογράφημα  της αποδέσμευσης.

αναρωτιέται ο έκτορας των εξωτερικών ανακτόρων περιφανής
απρόσμενο μέλι τείνει το τόξο να περάσει τη κλωστή
κινούμαστε επιλειπτικά
κυκλώνουμε την ανεξιθρησκεία του δέρματος
κανείς δεν είναι αρκετός για τον εαυτό του
μικρός είδα ένα όραμα


καλύπτω μια μικρή περιοχή που φωνάζει
δεν πεθαίνει
δεν πεθαίνω
δυστυχώς ανασαίνουμε μαζί το απόνειρο

Κατουρώ ανάποδα στον άνεμο που κατουρα ανάποδα

Ναι, ναι,ναιαιαιαιαι....αργοσβήνει σαν μικρούλα ηδονική τριχούλα που χώθηκε στο στόμα σου.
Αυτό και εκείνο και το άλλο.
Αναλογικές επεμβάσεις σε ημιπύρηνες εστίες.
Ωχ ένα τεράστιο λάθος, αντίθετο στο ζωδιακό μου κύκλο.
Ωχ μια πεταλούδα.

Κατεβάζω ποτό,
Ανεβάζω ποτό,
κατεβάζω ποτό, ανεβάζω ποτό.

Ο Νοέμβριος έχει αυτό το φεμ φατάλ της ψυχής.
Κανείς δεν ζει πια κάτω από τον ουρανό,
όχι όταν το μπετό ραγίζει πιο έυκολα,
όταν το μπετό ρυτιδιάζει πιο πολύ από εμάς τους
ευαιρέσθητους εργολάβους της αντικατασκοπίας του τίποτα.

Εικονικά παρακλητικά
εμβάσματα ενδοεβδομαδιέας ανάκαυλας.

τα πουλιά τα δέντρα τα κλαριά
ενδόμυχες πατριαρχικές αποξηράνσεις
α ρε νηλ γιανγκ νεκρέ ποταμέ
τούτη η χώρα
με κάνει να θέλω να αυτοπυρποληθώ
με κάνει μικρό
συνεκτικό
ραδιουργό παράσιτο


όλοι οι φιλοι μου καρτερούν όπως κι εγώ
ξιφολόγχες με καρφωμένα ποιήματα
αιματηρά μπάνια και χρυσούς κραδασμούς του σώματος
μύθους
ιδεοπλησία


τρέχααααααααα
μετρώντας τα άλφα
ακριβώς

μες στο κενό
της αντίστασης
πως ζαρώνει ο κώλος
πως υποθάλπεται η μικροαστική σταδιοδρομία των 18 και άνω
των τουίτς της ανεξιθρησκείας
των κλυσμάτων της απάθειας
ωωωωωωωωωωω
ναι
βάζουν ερυνείες να μας τρώνε
ωωωωωωωωωωωωωω
ναι κάνουν κόλπα
σαν τον αλ καπόνε


κι εμείς
μπουρμπουρλήθρες
μα δεν τελείώνει έτσι
απλά τελειώνει σήμερα
παίζει όνειρο

ανκαιδες

Ωωωωωωω! Πως το φωνάζουν...
Ωωωωωω! Πως ουρλιάζουν....
Κάθε μέρα.

Συρρρίκνωση.
Μα οι μικροαστοί αποτυγχάνουν;

Και ποιος Θεός δίνει την έγκριση του.


Δεκαετίες.
Όμορφα νεκρά τοπία με χρωματιστά σπορτίφ ρούχα.
Ψήνουν ζώα.
Στη φύση.


Καυλιά που ζαλιστήκανε.
Μουνιά που ξεβράσανε τα νιάτα.
Εποχές.
Βρωμερές.


Στο δημοτικό.
Λύνοντας ασκήσεις.
Για το βαθμό, για να λένε, για τη σταδιοδρομία, για τη σχολή.
Για το στόχο.

Για το φασισμό.
Για τους Φασέους.


Ωωωωωωωωωωωωω!
Για τη καύλα.


Στόχος.
ΝΑΙ.
ξερναμε.


Το Παιδί και το Δέντρο / Σπουδή στο Κρυφτό



με το βότσαλο στη τσέπη κυνηγάω ένα σκύλο
φαγωμένα γόνατα

παίζοντας μέχρι αργά
παίζοντας μέχρι αργά κάποιες φορές

συνομιλώντας στο ακέραιο της άγνοιας
μικρό

παιδί

με την αγέλη κυνηγάει
μέλι και στάχυ να αδράξει η μέρα
κουνούπια πεφτάστερα και σαλιάρες
μια αμμουδιά δική μας ήταν.

Στο δέντρο φτύνω
Φτου.
Λεμόνι.

Αστροναύτες με μία έμφυτη απαξίωση στον έρωτα
πως χορεύουν το φεγγάρι
τα χωροθετημένα δειλινά,
πως ξεχαστήκαμε

8.5 Σκανδιναυικές Άλπεις




το κέρατο το κεντρί η παρασημοφορημένη νύφη
μια πρόοσκληση χορού στη τσέπη

κατονομάζω  τις πλευρές των καρεκλών που με πιέζουν στα πλευρά

η άλλη πλευρά ορίζεται
προκύπτει ομηρία
σημεία που πάντοτε διαφεύγουν


Ως ότου μασ διαρήξη ο ίλιος


παιδιά κατειλημμένα
αυταπόδεκτα νεκρά

κορμιά που φοράνε γέλιο
δες πως λικνίζουν τη μέρα

παρατηρήσεις
παρατηρήσεις
παράαυτούπουτηρώ

μάτια που τα στεγνώνουν τα βουνά
μια λίστα

Chapter 3 sct 5 Crissianism

Η υπεκφυγή είναι μία περίπτωση 'qui semble' . Αδιάφανα με το μουνάκι της Ειρήνης , και το γόνατο της Κλαίρης. Ο ποιητής εντοπίζει μια υποκρισία στο απαλησμόνητο παρόν, κατεδαφίζει τη ποιότητα της ψυχής του και ξαποσταίνει. Αδιάκριτα χωρούν τα χέρια. Αναπά υομαι λοιπόν πάνω στη κορυφή της αοριστίας.

Ενώ τα προάστια εσωπτρίζουν το κέντρο της απώλειας μας.
Ενώ τα βράχια γδαίρνουν το χώμα.
Ευωδιάζουν εκτελεστικά.

Γόνατα που στηρίζονται.
Ποιος ψάχνει το διάολο.

Κι οι κλίμακες, ναι οι κλίμακες πως με μετρούν





8219



περιμετρικά

με μία ανατομία ξυλομπογιάς

εντοπίζουν .

ΣΤΑ ΘΕΟΡΑΤΑ

περιοχή εναλλαγής συνεχών κατευθήνσεων

περιοχή εναλαμπών.

πρόωρων απαγχονισμών.

Στα θεόρατα ξέφρενα αγγεία

κυκλοθυμικά ρομπότ επαναπαύονται

ηλεκτρικά αδιάφορα.



8219



χαρτιά

πεταμένα χαρτιά

πεταμένα χαρτιά

πεταμένα χαρτιά

κουμπιά από σκόνη

κερί και γαλάζιο

ανατύπωση.

Σκόρδο στα βλέφαρα που ξαπρυγνούν αφέγγια.



8219



Ναι.
ανατρεπτικό.
Και με πρόωρη κίτρινη ύφανση της αράχνης
χωράει στα κουβάρια
βεντάλιες που χορεύουν στο γλίστριμο
περιπέτειες
με φιόγκο.



8219



Υπεκφυγή
Η υπεκφυγή είναι μία περίπτωση 'qui semble'.
Το ρόδι είναι μια καρφίτσα στο νεφρό σου.
Με ποια όνειρα υπερτερεί το βλέμμα σου απόψε.
Κι ήδη κοιμάσαι στα ανοιχτά.
Κι άν ήδη κυκλικά περιφράζεσαι.

Στο στρώμα η γάτα απλώθηκε, νιαούρισε.




8219




Θεωρητικά, εγώ είμαι ο πιο χαζός.
Θεωρητικά αφυπνίζομαι στην ελεύθερη μου ώρα.
Θεωρητικά βουρτσίζω τις σάρκες από πάνω μου.
Θεωρητικά αναπνέω το οξυγόνο σου.
Θεωρητικά αφομειώνω εσένα στο όνειρό σου.
Θεωρητικά το έδαφος είναι η υπόληψη της πτώσης.

Το κόκκινο χρώμα δεν το είδα απόψε. Δε είδα τίποτα.




7316



κέλυφος ήταν
κεντημένο να ζεί
απλοποιήμενο καθώς συνταράζει
πάνω στην άκρη των ματιών
σαν ξέφυγε το μυστικό
λιοντάρι βρυχηθμός








μια λίμνη μονάχα που κατοικείται.


5821

Ενάντια στις αρχές μου.
Επικοινωνώ.

και χάνω περίτρανα .

Ασκήσεις Ενηλικείου

Το αγαπημένο δέρμα. Το χνουδωτό λιβάδι της άνοιξης που στις άκρες του γλιστρά η παλάμη μου.
Η  υστερική απαλότητα που αποτραβιέται πίσω από τα βλέφαρα της, υποτάσσει τη φαντασία της, κυνηγημένη από τις εκδορές του φωτός. Στη μαλακιά λήθη που κατακάθεται στο σβέρκο μου και ψυθιρίζει, κάθε εννέα κύματα ξεβράζεται κι ένα βραχιόλι ασθενικό περίγραμμα ιδιοκτησίας. Διακρίνεται ένα πραγματικό χαμόγελο στον ορίζοντα που σκιαγραφεί τη πόλη ξαπλωμένη, με τους ιδιοτρόπους συλλογισμούς του ηλίου που πεντακάθαρα χάνεται αργά, υποκύπτει η γλώσσα σε άλλη γλώσσα. Το σπίτι χλωμό όστρακο πλέει πάνω από τα ναυάγια του νου. Απώλειες που σβήνουν με μία κίνηση αδρεναλίνης, ξύλινα κοντάρια που τραγουδούν τις πτώσεις των αφεντάδων, υπηρέτες μιας πνιγηρής ατμόσφαιρας γλύφοντας τη πεταμένη φλούδα της ντροπής. Πλησιάζω το κεντρί που ζηλεύει , το χώμα που χτίζει το βήμα, το πράσινο πίνακα που κρέμεται από το λαιμό σου. Υποδηλώνω τη στροφή ελαφριά, ύστερα κάθετα αποτραβιέται και σημειώνει στη σκόνη αριθμούς, απαγγέλει τη φθορά και το χειροκρότημα της θλίψης που απαλείφεται από τον υπόγειο οργασμό των μουσικών οργάνων. Κοάζω, εδρεύω κοιτάω τα πλοία που κυβερνούν τα πτώματα που ξαποσταίνουν αμίληκτα στα κρύα απογεύματα του νοέμβρη που προσπαθω να προσεγγίσω το αγαπημένο δέρμα ,έρμαιο της προστακτικής, με υπερσεντελικές διαθέσεις ομοιώματος. Χωρίς άξια λόγια ω έρωτα απάνεμε, χαστούκι βροντερό, τους τοίχους πως δακρύζεις, με τα νωχελικά πρωινά που καραβάνια απρόσδεκτα βαθαίνουν. Επιτέλους δέξου με Θεέ και πίστη θρησκεία των μαγικών συμβόλων που κατατρόπωσα με την ανιδιοτέλεια των βοσκών. Στα πεταμένα χνάρια ανά των χωρών τα σπλάχνα κλαίνε οι μοίρες και σιγοτραγουδούν αν όλα τα παιδιά κοιτούσαν το θάνατο του πατέρα και χάρτινα τα παιχνίδια τους σφαγμένα από τη δίψα του μαύρου σκοτεινού, πλεύσε χαλίκι μέσα μου και φθείρε με να σκοτωθω γυμνός. Ω αγαπημένο δέρμα κρεβάτι της ψυχής που ζητιανεύεις κάθε ώρα και στιγμή προσάραξη.
Τον χρόνο που βαστάει τα κλαδιά των δέντρων, τα τσακίζει απαλά και αργά και βάφει το φόρεμα κεντάει το φόρεμα μιλάει στο φόρεμα που κυκλώνει τις γάμπες και ανατρέχει μέχρι πάνω στους ώμους τους γυμνούς που συγκρατούν τον λαιμό τα χείλη που βλασταίνουν τη νύχτα χαραγμενα από την αλκοόλη των αστεριών και τα χέρια ζεστά με τη τρυφερή τους διάθεση να σμίξουν. Με λέξεις γεμίσαν όλα τα μπουκάλια όλα τα κενά που συλλαβίζεις ανήμπορος διετρεγμένος μέσα στην ακατανόητη βροντή των σωμάτων που δείχνονται σε χορούς και πίνακες και χαμόγελα και υποσχέσεις που κλειδώνουν. Δεν υπάρχει ίχνος κρυφό να υπερασπίσεις μάταια τη σιωπή σου κυβερνάς.

Έρημο






                             το σπίτι έσπασε






                                                                 ,




αν                                                                                                                                  γύρνα πίσω

                           .
                                 


                                                                                                  κεφάλι       ,


                         




αστρ ο                                     . η




                                                                περιφέρεται σα μεθυσμένη γύρω από το κέντρο της





όταν
                     


                                                                                                δεν



ακούει







                                      , κανείς                     .


                         η                       ματαιότητα



      των                                                                                                                        αγαλμά

    -των        
 


                                                                 .                         .                 .          

                                  ρωτάει το χιόνι




                           ,                  ναι .


                                                                                                                          πράσινα λειβάδια
  .

                                       είχε αγκάθια στα μαλλιά,


                                                                                                    χάθηκε





                                   οι νύχτες                           παραμερίζουν




   τους
                                      πόθους τους              .                          
               
                                                                                            ,   στέκονται ακίνητοι



ανασαίνουν







                                                                                                το κρύο




.                                                               .

Τα Παλαιά

//νερο
Γλυφο
Χωρις αστερια

Το στομα της
Εξω απ τα χειλη

Δεν θα υπαρξει τιποτα
Για καιρο

Συμβολα της θλιψης
Νιοτη παγερη
Στερια  καμια
Μονο φεγγαρια

Λαμψεις
Και ποδοβολητα

Σκουρια

Σε ένα περιπατο
Τυχαια
Θα ξεσπασεις

Κανενας ηλιος
Δεν θα ναι αρκετος
Να σε στεγνωσει

Είναι ο καιρος της υγρασιας
ή
είναι γερασμενα πια
τα χρονια που περασανε

χωρις//

//ηχοι του δρομου
Και το πιανο
Επικληση

Σταυροδρομια

Τριζει το στερεωμα
Σβηνει το φως

Αργα
Στροβιλιζεσαι

Σεντονια λευκα
Μπουκλες της ανοιξης

Αποστασεις
Και τρυφερες καρδιες
Κοιτα πως τις μαδουν

Ξυπνησα γυμνος
Χωρις αναμνηση

Στη πρωτη ανασα
Τα θυμηθηκα όλα

Σαν την αλμυρα
Ιουνιο
Αφησα τη ψυχη μου
Στο γαλαζιο

Και βαλθηκα
Να ζητω//

//απόκοιμηθηκε
Στην ουρανια παροδο

Πισω από τα ξεθωριασμενα παραθυροφυλλα
Ανασαινει το βουβο της ονειρο

Τυλιγμενη από ολες τις κλωστες του σκοταδιου
Στα μικρα της χερια αναστεναζει το κενο

Κι εγω προληπτικα την επισκεπτομαι
Κρυφα
Τη νανουριζω πισω από τις κουρτινες
Την αγαπαω

Κι όταν ερχεται η ωρα
Για κεινη
Ζωγραφιζω την αυγη
Για κεινη
Φευγω μακρια//


//τα ματια σου
Περνουν
Απεναντι


Εδώ
Η καταιγιδα

Εδώ
Η βροχη

Ψιλαφιζεις
Τις ρωγμες
Ερωτευεσαι
τις ανασες

εδώ
η ανταρσια
εδώ
τα σπουδαια

κι οι ασπροι τοιχοι
απαντουν
το τελος του χρονου

χαρισε μου ένα χορο
ως το γκρεμο
να σου χαρισω ένα μυθο

ανεπανορθωτα πια
τα ονειρα ας μας ριμαξουν//


 //σωπασε
Οι θαλασσες
Σε κοιτουν

και τιποτα 
αλλο//


//σιωπηλα
Μετεωρα
Ξανα και ξανα

Ξεβραζονται στις ακτες
Ποιηματα

Στα γυμνα σου ποδια
Στα κλαδια που χαραζουν
Απ της σιωπης το χερι

Απ τον οριζοντα ως τη σκια σου
Ξανα και ξανα

Ανε γγιχτα
Πλασματα
Πεισματικα αδιαφορουν
Στην υπαρξη σου

Κι εσυ σιωπηλος
Μετεωρος
Σαν να  ξεβρασε εσενα η θαλασσα
Σε μιαν ακτη

Αδημονεις τον ηλιο
Ολο αλατι//

//την εποχη
Των χαμενων
Ονειρων


Κατω απ τις σκιες των δεντρων
Οι εξοριστοι

Τις αχανεις εκτασεις πως κοιτουν
Και στη παλαμη τους κρατουν μια πετρα//

//το απολιθωμα
Και η σκια
Πια αντικειμενα

Πανω τους σκονη
Πνιγηρο αποσταγμα
Των ματιων
Κάθε αποχωρισμος

Τα ακροδαχτυλα χαμενα
Μες στο σκοταδι της
Μες στην αναμνηση
Κατω απ το προσταγμα

Θα γεννηθουμε ξανα
Όπως παντα
Θα ναι ο θανατος η το ονειρο
Που μας οριζει πια
Η τιποτα//


Lag'art

θα δεις.
θα δεις;
θα δεις,
θα δεις..

αλλά δεν θα ξεχωρίσεις.
αλλά δεν θα ξεχωρίσεις;
αλλά δεν θα ξεχωρίσεις,
αλλά δεν θα ξεχωρίσεις..

το μαύρο βελούδο, από το λευκό κελί.
το μαύρο βελούδο, από το λευκό κελί;
το μαύρο βελούδο, από το λευκό κελί,
το μαύρο βελούδο, από το λευκό κελί..

βουίζοντας μέσα στα αυτιά σου, μέλισσες και ταμπούρλα ξακουστά.
βουίζοντας μέσα στα αυτιά σου, μέλισσες και ταμπούρλα ξακουστά;
βουίζοντας μέσα στα αυτιά σου, μέλισσες και ταμπούρλα ξακουστά,
βουίζοντας μέσα στα αυτιά σου, μέλισσες και ταμπούρλα ξακουστά..

θα απομακρύνεσαι από τον κρόταφο, και θα κρυφτείς στο πένθιμο απόκομμα μιας μνήμης.
θα απομακρύνεσαι από τον κρόταφο, και θα κρυφτείς στο πένθιμο απόκομμα μιας μνήμης;
θα απομακρύνεσαι από τον κρόταφο, και θα κρυφτείς στο πένθιμο απόκομμα μιας μνήμης,
θα απομακρύνεσαι από τον κρόταφο, και θα κρυφτείς στο πένθιμο απόκομμα μιας μνήμης..

κι αφού σιωπήσεις κάτω από τα κυπαρίσσια, πολύ αργότερα από τώρα, υστερόγραφο στον τάφο σου θα αφήσουν φίλοι.
κι αφού σιωπήσεις κάτω από τα κυπαρίσσια, πολύ αργότερα από τώρα, υστερόγραφο στον τάφο σου θα αφήσουν φίλοι;
κι αφού σιωπήσεις κάτω από τα κυπαρίσσια, πολύ αργότερα από τώρα, υστερόγραφο στον τάφο σου θα αφήσουν φίλοι,
κι αφού σιωπήσεις κάτω από τα κυπαρίσσια, πολύ αργότερα από τώρα, υστερόγραφο στον τάφο σου θα αφήσουν φίλοι..

τούτο το ποίημα πέθανε.
τούτο το ποίημα πέθανε;
τούτο το ποίημα πέθανε,
τούτο το ποίημα πέθανε..


Άσπλαχνα

Σε ξένη διάλεκτο
μεταλλαγμένη ψυχή που κοπανιέται
κι από αγάπη κι από χαμό
καταραμένη

Άνοιξη μικροπρεπής πως με ταράζεις
ανοιγοκλείνω τα μάτια
προστακτικές ανούσιες εξ ορισμού
κι είναι οι ανάσες μου οι άμαξες
στο χωματόδρομο
που ξεσηκώνουν σκόνη

αντίκρυ
στο χορό
καθείς στο πυρετό του
σαν ξημερώνει
στεγνώνουμε ένα σεντόνι ακόμα

τρέμω στη φαντασία
που μου κλέψανε
δεν υπάρχουν θάλασσες
μήτε ουρανοί

θα λεν αιμόφυρτος κοίτεται μπορείτε να τον δείτε
αντίο να του πείτε καθώς πολύ πια δεν αργεί
τον χτύπησε το κύμα και στην αλμύρα παντοτινα κοιμάται

Νόμοι της Φυσικής της Φαντασίας


                                                              μΈΡΟς πΡΏΤΟ


 Ο Πετρούσιος Κολεάγος γεννήθηκε μια εποχή σαν κι αυτή, που μέσα από σκοτινά πρίσματα εξελέγαμε σταυροφορίες. Τα καλοκαίρια του προσφερόταν ένας κήπος και κελαηδιστά πουλιά,τζιτζίκια  και σπαρταριστά φιλιά. Κατέληγε πάντα σε ένα χειμώνα μες στο ποτήρι, σε ένα γραμμα εις εαυτόν και ένα φιλικό συναπάντημα. Εξεζητημένα παραχωρούσε της ψυχής του το τέρας, καπηλιό στο αίμα και μια ανταρσία στη λεωφόρο της Γώγου στου Άι Νικόλα τη γιορτή. Κατέβλυζε σε ωκεανούς και ναυάγια, αρώματα ξεπαντρεμένα και ύφη αλόγιστα της νιότης κράμα. Δεν υπάρχουν συγγραφείς κράζαν τα καταγάλανα κοράκια, δεν υπάρχει ηστορια.

 Ο πρώτος νόμος της φυσικής της φαντασίας πράγματα όλα, σκοπεύουν στη ριπή του χρόνου να ξεμπερδέψουν δυο κλωστές.Αγγειοπλάστες της βροχής ερείπια από μπετό ουρανό και μια συγχορδία.
Ο δεύτερος νόμος της φυσικής της φαντασίας, τσιγαρίζει τις οπτικές ίνες του κάρου.Ζωή στα χνάρια.

 Μια ωραία πρωία θα ξυπνήσεις κι όλα θα ναι ξανά από χέρι φτιαγμένα.
- Μπρατάλ!Κι αν μας βάλουν να ονειρευόμαστε πληροφορίες ; 
- Γκονίγ! Τα αστέρια ας τσουγκρίσουν δυο φορές !

 Τρίτος νόμος της φυσικής της ιστορίας εκτάσεις.  Απογειώσεις.   Δέρματα.

είσοδος πολυκατοικίας

τούτο το φως που δανείζεσαι χωρίς ντροπή και το οξυγόνο τις λέξεις που άλλοι τόσοι αποθέωσαν εσύ περνάς από τη μηχανή των μηχανών χωρίς αιτί...